Η “Κρυπτεία” του κυρίου Γενικού
ΤΙ ΣΥΝΔΕΕΙ ΤΗ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΜΕ ΤΟΝ Π. ΜΠΑΛΤΑΚΟ;
Γράφει ο ΙΟΣ
Δεν είναι μόνο η μανιάτικη καταγωγή που ενώνει τον συνεργάτη του πρωθυπουργού Π. Μπαλτάκο με τον χρυσαυγίτη Ν. Μιχαλολιάκο. Τους συνδέει και η λατρεία ενός δολοφονικού εθίμου της αρχαίας Σπάρτης που ο ένας το υμνεί και ο άλλος το εφαρμόζει
Τελικά ποιος είναι αυτός ο γενικός γραμματέας της κυβέρνησης; Για ποιο λόγο έχει ορθώσει το πολιτικό του ανάστημα απέναντι στις απέλπιδες προσπάθειες του κ. Ρουπακιώτη να καταθέσει το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, το οποίο στο κάτω κάτω της γραφής δεν είναι παρά η καθυστερημένη υλοποίηση μιας ανειλημμένης υποχρέωσης της ελληνικής πολιτείας; Ποιο είναι αυτό το μη εκλεγμένο πολιτικό στέλεχος, το οποίο μπορεί να επιλέγει αν «χρειάζεται» ή «δεν χρειάζεται» να προσαρμοστεί η ελληνική έννομη τάξη σε μια απόφαση-πλαίσιο της Επιτροπής της Ε.Ε., παρά το γεγονός ότι η κοινωνική πραγματικότητα βοά και το ρατσιστικό έγκλημα έχει γίνει καθημερινή πραγματικότητα για τις γειτονιές των μεγάλων πόλεων;
Είναι βέβαια γνωστό ότι τη δύναμή του ο κ. Παναγιώτης Μπαλτάκος την αντλεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, με τον οποίο τον συνδέει παλιά στενή πολιτική συνεργασία. Εξίσου γνωστό είναι ότι στο άμεσο περιβάλλον του κ. Σαμαρά βρίσκονται από την εποχή ακόμα της «Πολιτικής Ανοιξης» άτομα με ανοιχτά ακροδεξιές απόψεις, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση εκείνη του Σάββα Χατζηπαρασκευά, εκδότη της φιλοχουντικής και ρατσιστικής εφημερίδας «Στόχος», και φυσικά τα στελέχη του ΛΑΟΣ (Βορίδης, Γεωργιάδης), τα οποία ήδη δίνουν τον δικό τους τόνο στην κυβερνητική παράταξη με την άνεση που τους παρέχει η ευλογία της ηγεσίας.
Αλλά αυτό που έχει ενδιαφέρον στην περίπτωση του κ. Μπαλτάκου είναι ότι πρόκειται για έναν λόγιο. Δεν είναι απλώς ένας άνθρωπος του προσωπικού μηχανισμού του κ. Σαμαρά. Ενδιαφέρεται για την αρχαία Ιστορία και ειδικά για τη Σπάρτη, χάρη στη μανιάτικη καταγωγή του. Από το 2004 έχει γράψει μάλιστα δύο ιστορικά μυθιστορήματα, με κυκλοφοριακή επιτυχία και αρκετά θετικές βιβλιοκρισίες.
Πώς συνδυάζεται ο συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής με τον άνθρωπο που έδιωξε κακήν κακώς από το γραφείο του την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, δηλώνοντας ρητά ότι δεν τον ενδιαφέρουν ούτε τα ανθρώπινα δικαιώματα ούτε η Επιτροπή; Την απάντηση θα τη βρούμε διαβάζοντας αυτές ακριβώς τις λογοτεχνικές απόπειρες του κ. Μπαλτάκου.
Η εμμονή του κ. Μπαλτάκου
Και τα δύο βιβλία που έχει γράψει ο κ. Μπαλτάκος βασίζονται σε μια προσωπική εμμονή. Και στα δύο κεντρικό ρόλο παίζει η «Κρυπτεία», την οποία ο συγγραφέας περιγράφει ως τη «μυστική υπηρεσία του σπαρτιατικού στρατού». Σ’ αυτήν την Κρυπτεία ανήκουν οι ήρωες των δύο βιβλίων, σ’ αυτήν αποδίδει ο συγγραφέας όλα τα σπαρτιατικά ανδραγαθήματα, ενώ η πλοκή της «μυθιστορίας» του βασίζεται στην παντοδυναμία της Κρυπτείας.
Στο πρώτο βιβλίο που έγραψε ο κ. Μπαλτάκος («Το τέλος του Εφιάλτη», εκδ. Libro, Αθήνα 2004) περιγράφεται η εκτέλεση του Εφιάλτη από μονάδες της Κρυπτείας, δέκα χρόνια μετά την προδοσία στις Θερμοπύλες, ενώ στο δεύτερο εξιστορείται η δράση της Κρυπτείας στην Αθήνα κατά τις παραμονές της Σικελικής εκστρατείας και στο φόντο του σκανδάλου των Ερμοκοπιδών («Ερμοκοπίδες», εκδ. Ελληνικά Γράμματα», Αθήνα 2006).
Αλλά ποια είναι αυτή η Κρυπτεία και ποια σχέση υπάρχει μεταξύ της εικόνας του κ. Γενικού και της ιστορικής πραγματικότητας; Υπάρχουν ελάχιστες άμεσες αναφορές στην αρχαία γραμματεία, γεγονός που έχει προκαλέσει αρκετές συζητήσεις στην επιστημονική κοινότητα από τα τέλη του 19ου αιώνα. Την πρώτη ρητή αναφορά συναντάμε στους Νόμους του Πλάτωνα, όπου ο Σπαρτιάτης Μέγιλλος εκθειάζει την αντοχή στους πόνους και τη σκληραγώγηση των συμπολιτών του. Απαριθμώντας διάφορες μορφές αυτής της σκληρής εκπαίδευσης (πυγμαχία, αρπαγές, ξιπολησιά, ύπνος χωρίς στρώμα) αναφέρει και την Κρυπτεία ως θαυμάσια άσκηση αντοχής («θαυμαστώς πολύπονος προς τας καρτερήσεις», 633c).
Αλλά η εκτενέστερη σχετική αναφορά απαντά στον Πλούταρχο:
«Η ονομαζομένη παρ’ αυτοίς Κρυπτεία, αν βέβαια αυτή είναι μία από τας πολιτικάς διατάξεις του Λυκούργου, όπως διηγείται ο Αριστοτέλης, έκαμε και τον Πλάτωνα να σχηματίση την γνώμην αυτήν περί του πολιτεύματος και του ανδρός. Συνίστατο δε αύτη εις το εξής: Οι άρχοντες από καιρού εις καιρόν έστελλον έξω εις διάφορα μέρη της χώρας τους θεωρούμενους ως πλέον ευφυείς από τους νέους, οι οποίοι είχον μαζί των εγχειρίδια και τα αναγκαιούντα τρόφιμα και τίποτε άλλο. Αυτοί κατά την διάρκειαν της ημέρας διασπειρόμενοι εις τόπους κρυφούς εκρύπτοντο και ανεπαύοντο. Την νύκτα κατέβαινον εις τους δρόμους και όσους συνελάμβανον από τους είλωτας τους έσφαζον. Πολλάκις περιτρέχοντες και τους αγρούς εφόνευον τους ρωμαλεωτέρους και ανδρειοτέρους εξ αυτών. Τοιουτοτρόπως και ο Θουκυδίδης εις την ιστορίαν του Πελοποννησιακού πολέμου διηγείται, ότι όσοι εξελέγησαν υπό των Σπαρτιατών διά να ελευθερωθούν δι’ ανδραγαθίαν εστεφανώθησαν, διότι έγιναν ελεύθεροι, και περιήλθον τους ναούς των θεών, αλλά μετ’ ολίγον όλοι εξηφανίσθησαν, περισσότεροι από δύο χιλιάδας, ώστε ούτε τότε αμέσως ούτε κατόπιν ηδύνατο κανείς να είπη με ποίον τρόπον εφονεύθησαν. Ο Αριστοτέλης μάλιστα λέγει, ότι και οι έφοροι, ευθύς μόλις εγκατασταθούν εις την αρχήν, κηρύττουν πόλεμον κατά των ειλώτων, διά να θεωρήται νόμιμον το να τους φονεύουν».
(Πλουτάρχου, Βίοι Παράλληλοι, Λυκούργος, 28, μτφρ. Αν
http://www.efsyn.gr/?p=54003
↧